Saturday 22 October 2011

Letter 32: To the most noble and learned Henry Oldenburg, from Baruch de Spinoza


Ένα απόσπασμα από την επιστολή 32 , του Baruch Spinoza στον Henry Oldenburg, γραμμένη στις 20 Νοεμβρίου, 1665. Η επιστολή, αφορά σε εξηγήσεις σχετικά με τις έννοιες των μερών και του συνόλου. Η μετάφραση μου είναι λίγο βιαστική αλλά δεν προδίδει το πρωτότυπο. (Η έμφαση σε κάποια σημεία δικιά μου)

<<Λέγοντας συνοχή των μερών απλά εννοώ πως, οι νόμοι της Φύσης που αφορούν ένα μέρος, το προσαρμόζουν στους νόμους της Φύσης που αφορούν ένα άλλο μέρος, με τόσο σοφό τρόπο ώστε να υπάρχει η λιγότερη δυνατή αντίθεση μεταξύ τους. Σχετικά με το ερώτημα για το σύνολο και τα μέρη, θεωρώ τα πράγματα σαν μέρη ενός συνόλου μέχρι του βαθμού που οι Φύσεις τους προσαρμόζονται μεταξύ τους, ώστε να βρίσκονται στην εγγύτερη συμφωνία. Στο βαθμό που διαφέρουν μεταξύ τους (τα μέρη), σε αντίστοιχο βαθμό το καθένα απ΄αυτά, σχηματίζει στο νου μας μια ξεχωριστή ιδέα (γι΄αυτά) και γι΄αυτό θεωρείται (καθένα) σαν σύνολο κι όχι σαν μέρος.

Για παράδειγμα, όταν οι κινήσεις των μορίων της λέμφου, της λύμφου κ.τ.λ προσαρμόζονται μεταξύ τους σύμφωνα με το μέγεθος και το σχήμα, έτσι ώστε να είναι εντελώς σύμφωνα το ένα με το άλλο και να σχηματίσουν όλα μαζί ένα ενιαίο υγρό, σ΄αυτό το βαθμό μόνο η λέμφος, η λύμφος κτλ, θεωρούνται σαν μέρη του αίματος. Αλλά στο βαθμό που εννοούμε τα μόρια της λέμφου σαν διαφορετικά από τα αντίστοιχα της λύμφου, σε σχέση με το σχήμα και την κίνηση, σ΄αυτό τον βαθμό τις βλέπουμε σαν σύνολα και όχι σαν μέρη.

Τώρα ας φανταστούμε, αν έχετε την ευχαρίστηση, ένα λεπτό σκουλήκι που ζει μέσα στο αίμα, ικανό να διακρίνει με την όραση τα μόρια του αίματος- λύμφο, κτλ- και με ευφυή τρόπο να παρατηρεί, πως κάθε μόριο, όταν συγκρούεται με ένα άλλο, ή αναπηδά ή του μεταδίδει σε ένα βαθμό την κίνηση του, και ούτω καθ΄εξής. Αυτό το σκουλήκι θα ζούσε στο αίμα, όπως εμείς ζούμε στο δικό μας μέρος του σύμπαντος, και θα έβλεπε κάθε ατομικό στοιχείο του αίματος σαν σύνολο, όχι σαν μέρος, και δεν θα είχε ιδέα με ποιο τρόπο όλα τα μέρη ελέγχονται από την συνολική Φύση του αίματος και υποχρεώνονται σε αμοιβαία προσαρμογή, όπως η κυρίαρχη Φύση του αίματος απαιτεί, ώστε να συμφωνούν μεταξύ τους με έναν οριστικό τρόπο. Έτσι, αν φανταστούμε πως δεν υπάρχουν αιτίες έξω από το αίμα που θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν νέες κινήσεις στο αίμα, ούτε τόπος εκτός του αίματος, ούτε άλλα σώματα στα οποία τα μέρη του αίματος θα μπορούσαν να μεταφέρουν τις κινήσεις τους, είναι πέρα κάθε αμφιβολίας πως το αίμα θα παρέμενε αόριστα στην παρούσα του κατάσταση και τα μέρη του δεν θα υφίσταντο άλλες αλλαγές από αυτές που μπορούν να γίνουν αντιληπτές σαν τα αποτελέσματα της υπάρχουσας σχέσης μεταξύ των κινήσεων του αίματος και της λύμφης, της λέμφου, κτλ.

Και γι΄αυτό το αίμα θα γινόταν πάντα αντιληπτό σαν σύνολο και όχι σαν μέρος. Αλλά εφόσον υπάρχουν πολλές άλλες αιτίες, οι οποίες οριστικά μορφοποιούν τους νόμους που διέπουν τη Φύση του αίματος και αμοιβαία τροποποιούνται από το αίμα, συνεπάγεται πως προκύπτουν στο αίμα άλλες κινήσεις και άλλες αλλαγές, αποτέλεσμα όχι μόνο των αμοιβαίων σχέσεων που διέπουν τα μόρια του, αλλά από την σχέση μεταξύ της κίνησης του αίματος από τη μια πλευρά και από τους εξωτερικούς παράγοντες από την άλλη. Από αυτήν την προοπτική το αίμα λογίζεται σαν μέρος και όχι σαν σύνολο. Αυτά σχετικά με την ερώτηση πάνω στο συνολικό και στο μερικό.

Τώρα, όλα τα σώματα στη Φύση, μπορούν και θα έπρεπε να γίνουν αντιληπτά με τον ίδιο τρόπο που έχουμε ήδη αντιληφθεί το αίμα: γιατί όλα τα σώματα περιβάλονται από άλλα και είναι αμοιβαίως ορισμένα να υπάρχουν και να δρουν με ένα προσδιορισμένο και συγκεκριμένο τρόπο, τα διέπει ο ίδιος λόγος (ratio), από την κίνηση στην παύση, που διατηρείται εντός τους συνολικά, και αυτό τελικά, αφορά όλο το σύμπαν θεωρούμενο σαν σύνολο. Ως εκ τούτου, συνεπάγεται πως κάθε σώμα, στο βαθμό που υπάρχει τροποποιημένο με ένα συγκεκριμένο τρόπο, πρέπει να θεωρηθεί ως μέρος του σύμπαντος, και να συμφωνεί με το όλον έχοντας συνοχή με τα άλλα μέρη. Τώρα, μιας και η συμπαντική Φύση, αντίθετα από την Φύση του αίματος, δεν είναι περιορισμένη, αλλά άπειρη, τα μέρη της ελέγχονται απο την Φύση αυτής της άπειρης δυναμης με άπειρους τρόπους, και υποχρεώνονται να υφίστανται ατελείωτες παραλλαγές. Παρόλαυτα, αντιλαμβάνομαι πως σε σχέση με την Ουσία, κάθε ατομικό μέρος διατηρεί μια οικεία ενωτική σχέση με το σύνολο του. Γι΄αυτό, όπως προσπάθησα να δείξω στο πρώτο μου γράμμα που έγραψα κάποιο καιρό πριν όταν ζούσα στο Rijnburg, εφόσον είναι στη Φύση της Ουσίας να είναι άπειρη, συνεπάγεται πως κάθε μέρος σχετίζεται με τη Φύση κάθε σωματικής (υλικής) Ουσίας, και δεν μπορεί να είναι, ούτε να γίνει αντιληπτό χωρίς αυτήν.>>

Labels: , , ,

Full moon above the Square

Labels:

Friday 7 October 2011

Η Αθήνα σε πόλεμο: Οι εξευγενιστές. οι εξευγενιστέοι και οι ανεπίδεκτοι εξευγενισμού


Ένα άρθρο του Δημήτρη Παρσάνογλου που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 14 του περιοδικού Κοντέινερ, που παραμένει φυσικά πολύ επίκαιρο, αν και μοιάζει ''δύσκολο να γίνει κατανοητό΄΄, παρότι γραμμένο σε πολύ απλά ελληνικά.

[..για να επικαλεστούμε πάλι τον H. Lefebvre, «ο χώρος [τους] παράγεται πριν διαβαστεί και δεν παράγεται για να διαβαστεί και να γνωριστεί (να γίνει κτήμα γνώσης) αλλά για να βιωθεί από ανθρώπους που έχουν σώμα και ζωή»..]



Η συζήτηση γύρω απο την Αθήνα και δη γύρω απο το κέντρο της Αθήνας, (επαν)έρχεται στο προσκήνιο σχεδόν με όρους έκτακτης ανάγκης, αν όχι με όρους πολέμου. Εκτός από κείμενα, πανο, πλακάτ, συρματοπλέγματα, σιδηρολοστούς, ενίοτε και γιαταγάνια, στις ποικιλόμορφες μάχες της Αθήνας επιστρατεύονται και όροι-έννοιες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περιγράφουν καταστάσεις, προτείνουν ή ξορκίζουν λύσεις. Τέτοιοι όροι είναι π.χ., η «υποβάθμιση», η «γκετοποίηση», η «πολυχρωμία», ο «συγχρωτισμός», η «ανάπλαση», ο «εξευγενισμός» κ.ο.κ.

Τα ερωτήματα που μας ενδιαφέρουν εδώ είναι βασικά δύο:
• Ποιες δυνάμεις/δυναμικές συγκρούονται, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο αυτού του
«πολέμου»;


• Ποιο/α είναι το/τα βασικό/α διακύβευμα/τα αυτής της σύγκρουσης;


Σε ο,τι αφορά το πρώτο ερώτημα, εν συντομία και χονδροειδώς μπορεί κανείς να διακρίνει τουλάχιστον τρεις δυνάμεις/δυναμικές που συγκρούονται και αλληλοδιαπλέκονται γύρω από το «διακύβευμα πόλη», που στην προκειμένη περίπτωση συγκεκριμενοποιείται στο κέντρο μιας (μητρό)πολης. Και μιλάμε για διακύβευμα, όχι για να επαληθεύσουμε την ομολογουμένως δραματική αποστροφή του Henri Lefebvre, ότι «η παραγωγή του χώρου δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ζήτημα ζωής και θανάτου», ούτε την επιγραφή διά χειρός Zygmunt Bauman: «City Space: divided it stands». Η πόλη και μάλιστα το κέντρο της καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις του θορυβώδους ενδιαφέροντος των ΜΜΕ, των δημοτικών αρχών και παρατάξεων, των πολιτικών φορέων, των κοινωνικών κινημάτων κοκ.

Δεν χρειάζεται εδώ να αναφερθούμε εκτενώς στο προφανές: η ομπρέλα κάτω από την οποία παρατάσσονται όλοι οι στρατοί του πολέμου έχει έντονα τα χρώματα του «εξευγενισμού» και της «ανάπλασης». Στο πλαίσιο αυτού οι δυν΄σμεις/δυναμικές που συγκρούονται θα μπορούσαν να συνοψισθούν σχηματικά στις παρακάτω:

• στις δυνάμεις της «ανάπτυξης» (real estate και κράτος σε όλες του τις βαθμίδες)
• στις δυνάμεις της «υπανάπτυξης» (διάφοροι φτωχοδιάβολοι, από μετανάστες μέχρι τζάνκια
και πόρνες) και
• στους λοιπούς ιθαγενείς, με ή χωρίς ιθαγένεια, που κυρίως συγκροτούν τις (ιδεολογικές)
στρατιές του πολέμου της Αθήνας: εντελώς σχηματικά, τους οπαδούς της «βρομιάς» (όπου χωράει γενικά ο χώρος – αριστερός, αναρχικός, αντιρατσιστικός, κοσμοπολίτικος, πεφωτισμένος, εναλλακτικός, bourgeois, bohème, bourgeois-bohème κοκ.) και τους οπαδούς της «καθαριότητας» (όπου χωράνε από νεοναζίδες μέχρι λαικο- φασίστες, απλούς λαικοδεξιούς, τους μπάτσους, ορθόλοξους ταλιμπάν, φωνασκούσες ξανθιές του Αγ. Παντελεήμονα κ.ο.κ.)

Δεν χρειάζεται να αναφερθώ στον επιχειρησιακό βραχίονα και των δύο στρατοπέδων.
Αυτό που έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και τη μεγαλύτερη σημασία ίσως είναι η ρευστότητα και η δυσκολία προβλεψιμότητας ως προς την έκβαση αυτού του πολέμου. Και ερχόμαστε έτσι στο δεύτερο ερώτημα που θέσαμε εξαρχής. Οι πολλαπλές και κατά τόπους μάχες της Αθήνας συμβαίνουν κατά βάση σε αμφισβητούμενους χώρους. Είτε πρόκειται για τόπους «ανοιχτού» (με την έννοια του διαπραγματεύσιμου) ιδιοκτησιακού καθεστώτος είτε πρόκειται για τόπους/χώρους «ανοιχτής» (πάλι με την έννοια της διαπραγματεύσιμης) χρήσης. Είτε πρόκειται δηλαδή για περιοχές όπου το ιδιοκτησιακό καθεστώς μεταβάλλεται, π.χ., παλιότερα Ψυρρή, μετά Γκάζι, σήμερα Κεραμεικός, αύριο Πλατεία Θεάτρου, μεθαύριο Κυψέλη, και –γιατί όχι;– στο μέλλον Αγ. Παντελεήμονας;), είτε πρόκειται για χώρους μετέωρους ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο, π.χ. Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, Πάρκο Ναυαρίνου & Ζωοδόχου Πηγής, εργοστάσιο της Columbia, καταλήψεις Πάτμου & Καραβία, Σκαραμαγκά.

Ακριβώς στο χρονικό σημείο αυτής της αμφισβήτησης αναπτύσσονται τα οπλοστάσια όλων των δυνάμεων που συμμετέχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, εκούσια ή ακούσια, συνειδητά ή ασυνείδητα, αντικειμενικά ή υποκειμενικά, είτε φέρουν εξάρτυση είτε όχι. Να το πούμε πιο απλά: ο πόλεμος (ή ορισμένες μάχες του) δεν διεξάγεται πλέον στην πράξη μόνο γύρω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς του αστικού χώρου (δημόσιο ή ιδιωτικό), αλλά γύρω από τη δυνατότητα ή όχι συγκρότησης κοινών χώρων και από ποιους.

Ακόμα πιο απλά: ανεξάρτητα αν το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής συντάσσει σχέδια και νόμους για την αναβάθμιση και την «επιστροφή των ελλήνων κατοίκων στο κέντρο» μέσα από τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ανεξάρτητα αν η βιομηχανία του real estate προσπαθεί και ανοίγει νέες ευκαιρίες-περιοχές επένδυσης και επέκτασης, ανεξάρτητα αν η Νομαρχία και ο Δήμος στέλνουν συνεχώς συνεργεία καθαρισμού του κέντρου από τις κοινωνικές παθογένειες που συμπυκνώνονται στο ρέπον προς παραβατικότητα τρίπτυχο «μετανάστες – ναρκομανείς – πόρνες», η Αθήνα δεν «καθαρίζει» απαραίτητα ή δεν «καθαρίζει» μόνιμα.

Λίγους μήνες μετά τη λαμπρή τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, και τα αδέσποτα σκυλιά και οι αδέσποτοι άνθρωποι επέστρεψαν στο κέντρο της. Το εφήμερο, δηλαδή ισχύει για όλες τις πλευρές. Οποιαδήποτε νίκη, μικρή ή μεγάλη, οποιουδήποτε στρατοπέδου, δεν μπορεί παρά να είναι εφήμερη και επισφαλής. Όπως και ο πόλεμος της Αθήνας/για την Αθήνα και οι ποικίλες «απελευθερώσεις» που συντελούνται στη μικρο-κλίμακα της δεν μπορεί παρά να είναι εφήμερες ή ευεπίφορες σε μια πλειάδα απρόβλεπτων πιθανοτήτων-δυνατοτήτων. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται το συγκριτικό πλεονέκτημα εκείνων που διαθέτουν ασυγκρίτως μικρότερη δύναμη: στο ότι η αβεβαιότητα δεν αποτελεί γι’ αυτούς μεγαλόψυχη παραχώρηση μπροστά στην πιθανότητα να μην γίνουν τα πράγματα όπως προβλέπεται, αλλά αποτελεί αναγκαστική συνθήκη ζωής.

Πολύ απλά, τα πράγματα γι’ αυτούς δεν προβλέπονται (δεν είναι προβλέψιμα) ή για να επικαλεστούμε πάλι τον H. Lefebvre, «ο χώρος [τους] παράγεται πριν διαβαστεί και δεν παράγεται για να διαβαστεί και να γνωριστεί (να γίνει κτήμα γνώσης) αλλά για να βιωθεί από ανθρώπους που έχουν σώμα και ζωή».

Labels: